чесальный - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

чесальный - translation to πορτογαλικά


чесальный      
de cardar, de cardação ; de rasteio, de rastelar
carda acabadora      
тонкая чесальная машина; ровничная машина (чесального аппарата)
carda emprimadora      
ваточная чесальная машина; промежуточная машина (чесального аппарата)

Ορισμός

чесальный
прил.
1) Соотносящийся по знач. с сущ.: чесание, связанный с ним.
2) Предназначенный для чесания чего-л.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για чесальный
1. Возле входа - манекены с накинутой на них войлочной одежкой, среди которой - белое стильное женское пальто шинельного покроя из тончайшей валяной шерсти (пошить такое на заказ стоит около 20 тысяч рублей). В глубине зала громоздится массивный чесальный станок, состоящий из огромного барабана с железной рукоятью и множества валиков, покрытых железной щетиной.